Φάττσισεν το τηλέφωνο , τζι’ ειπούν να απαντήσω
Κάλιο να τόχα μυριστεί , τζι’ αμέσως να το σβήσω
-Έλα λαλεί μου ο Παντελής , είμαι που την Σκαρίνου
Βαστώ κινέζους μια κοπή , τζιαι πάω προς Κοφίνου
-Επιθυμώ να είμαστε , εξηγημένοι φίλοι
Αφού μου ζητήσαν να δουν , πρωτή φορά σταφύλι
-Τζι’ είπουν να ρέξω που τζιαμέ , τ’ αμπέλι σου να δούσιν
Πριχού πάσιν στην χώρα τους , να το φκαριστηχούσιν.
Αντράπικα ο λειψιμιός , σσιεϊτανιά που νάχω
λαλώ του φέρτους άσκεφτα , ήντα που τουν να πάχω
Σαν συνεργείο τρυγισμού , που ξέρει τα τταράφκια
Έναν τριάντα πλάσματα , με τα σσιηστά τους μάδκια
κατέβηκαν τζι’ απλώσασιν , μέσα εις το αμπέλι
όπως που νάταν σπίτι τους , χίττσιν να μεν τους μέλλει
Τζι’ εδώκαν μέσα σαν πελλοί , τζιαι στην δική τους γλώσσαν
Ετρώασιν , εκόφκασιν , τζιαι τσιάντες εγεμώσαν
Άκκανα γιώ που πάνω μου, έχασα βάρος μίλλα
Στο άψε σβήσε κάμαντες , κουζούλες με τα φύλλα
Στον όχτον έχω μια συττζιά , πούσιεν τζιαι λία σύκα
Τζιαι τζείνα μυριστήκαν τα , τίποτε εν αφήκα
Τζιαμέ που ελοάρκαζα , τωρά να το πουλήσω
Ένα πενήντα το κιλό , τα χρέη να ξοφλήσω
Λαλεί μου τζι΄ ένας χωρκανός Σταυρή μου να προσέξεις
Γιατί του Γιάννη του Μηνά , σίουρα να του ρέξεις
Ήντα καϊσσι έπαχα , τζιαι έχω το τζιαι καμάρι
Κανίσσιη για τους φίλους μου , εν φήκαν καμπανάρι.
Θουκή 03/10/2009
Κάλιο να τόχα μυριστεί , τζι’ αμέσως να το σβήσω
-Έλα λαλεί μου ο Παντελής , είμαι που την Σκαρίνου
Βαστώ κινέζους μια κοπή , τζιαι πάω προς Κοφίνου
-Επιθυμώ να είμαστε , εξηγημένοι φίλοι
Αφού μου ζητήσαν να δουν , πρωτή φορά σταφύλι
-Τζι’ είπουν να ρέξω που τζιαμέ , τ’ αμπέλι σου να δούσιν
Πριχού πάσιν στην χώρα τους , να το φκαριστηχούσιν.
Αντράπικα ο λειψιμιός , σσιεϊτανιά που νάχω
λαλώ του φέρτους άσκεφτα , ήντα που τουν να πάχω
Σαν συνεργείο τρυγισμού , που ξέρει τα τταράφκια
Έναν τριάντα πλάσματα , με τα σσιηστά τους μάδκια
κατέβηκαν τζι’ απλώσασιν , μέσα εις το αμπέλι
όπως που νάταν σπίτι τους , χίττσιν να μεν τους μέλλει
Τζι’ εδώκαν μέσα σαν πελλοί , τζιαι στην δική τους γλώσσαν
Ετρώασιν , εκόφκασιν , τζιαι τσιάντες εγεμώσαν
Άκκανα γιώ που πάνω μου, έχασα βάρος μίλλα
Στο άψε σβήσε κάμαντες , κουζούλες με τα φύλλα
Στον όχτον έχω μια συττζιά , πούσιεν τζιαι λία σύκα
Τζιαι τζείνα μυριστήκαν τα , τίποτε εν αφήκα
Τζιαμέ που ελοάρκαζα , τωρά να το πουλήσω
Ένα πενήντα το κιλό , τα χρέη να ξοφλήσω
Λαλεί μου τζι΄ ένας χωρκανός Σταυρή μου να προσέξεις
Γιατί του Γιάννη του Μηνά , σίουρα να του ρέξεις
Ήντα καϊσσι έπαχα , τζιαι έχω το τζιαι καμάρι
Κανίσσιη για τους φίλους μου , εν φήκαν καμπανάρι.
Θουκή 03/10/2009
No comments:
Post a Comment