Το γιασουμίν στην
πόρταν σου, τη νύκτα φύρνει πλάσμα,
τζι’ ο έρωτας με
σουξουλά, θέλει μητά σου πιάμα.
Το γιασουμίν στην
πόρταν σου, τη νύκτα φύρνει πλάσμα,
απού την τόση
μυρωδκιά,
μα άμαν μου
δώσεις μια μμαδκιά,
φεύκει μου τζιαι
το άσμα.
Κόρη, λαλεί το
γιασουμίν, βάωστ’ το παραθύρι,
γιατί όποιος
ρέξει που δαμαί,
οπρομουττίζεται
χαμαί,
αν κάμνει παντηστήρι.
Σαν καθαρίζεις το
λουβίν, που η μάνα σου σε βάλλει,
πέψε τζιαι μεν
ένα φιλί,
τζι’ έβκην η
πίεση ψηλή,
που τα δικά σου
κάλλη.
Θα τραπιήσω του
βραμού με κότσινη μοτόρα,
τζι’ αν είσαι
τζιαι εσύ δεκτή,
πίσω να κάτσεις
εκλεκτή,
τζιαι παίρνω σε
στην χώρα.
Το γιασουμίν στην
πόρταν σου, με τους ανθούς πον έξω,
τζι’ η γλυτζιά
σου ομορφκιά,
βάλλουσιν της
καρκιάς φωθκιά,
τζιαι θέλω να σε
κλέψω.
Το γιασουμίν στην
πόρταν σου, τη νύκτα φύρνει πλάσμα,
τζι’ ο έρωτας με
σουξουλά, θέλει μητά σου πιάμα.
Θουκής 18 Ιουνίου
2025
No comments:
Post a Comment