Πιάνουσιν που τες βούτσιες της, μέλι τζιαι κουβαλούσιν
2. Όπως την Αίτνα που τζιηλά, η λάβα σαν καμίνι
Έτσι το γαίμα μου χογλά , άμα βρεθώ με τζιείνην
3. Όσους γιατρούς έσιει η γή ,ούλλους αν τους συνάξουν
Εν μου γιανίσκουν την πληγή, τζιείνης αν μεν φωνάξουν
4. Είσαι αντίκα πρωτινή, με πέτρα θκιαμαντένη
Τζι΄ερκουνται τζιαι θαυμάζουσε , τζιαι τόπατζιοι τζιαι ξένοι
5. Το όμορφο σου το κορμίν
εν μυρισμένο γιασουμίν
π΄άννοίει το ξεφώτιν
τζιαι την ψυσιήν μου να μου πείς
ζήτα την μεν με αντραπείς
γιαλλόου σου διώ την
6. Ένας σεισμός εις το Περού, είπασιν πως εγίνην
Εν τ΄αναστέναγμα μ΄ο μέν , παφής αγκρίστην τζiείνη
7. Ηά μ΄έχουσιν πάς το λαμπρόν , τζιαι ζωντανός να παίρνω
Ως πόν τα σιείλη μου γερά, εν να την συναφέρνω
8. Τζιείν το φιλί που μούδωκες, να πούν να το ζυάσουν
Ζύιθκια καντάρκα ΄να κοπουν , πιλάτζες εν να σπάσουν
9. Τα στήθη μου να σιήσουσιν, το γαίμα μου να τρέξει
Το όνομα της εν να γραφτεί , να μεν λείπει μια λέξη
10. Νύκτα πισσούριν σκοτεινά
που δαχαμέ να ρέξει
Κάθε παθκιάν πον να περνά
ο τόπος εν να φέξει
11. Είσαι μια βρύση που νερό ,ποτζιείνες πον θολώνουν
Τζιαι τα πουλιά θκιού σου γυρόν , πίνουσιν τζιαι μερώνουν
12. Όσο γρουσάφιν έσιει η γή , θκιαμάντιν τζιαι ασήμιν
Νάρτουν να μου το φέρουσιν , εν τη αρνιούμαι τζιείνην
13. Μ΄ ένα φιλίν της ημπορώ , τρείς αστοσιές να ζήσω
Μήτε φαίν μήτε νερό , να μεν σας ηζητήσω
14. Ήρτεν στην Σκάλα σήμερα , τζι΄ έφκην να παρπατήσει
Τζι΄ έγυρεν κάθε φοινιτζιά , πάνω της για να τζίσει
15. Έσβησεν η ηλεκτρική , μια νύκτα στην Δειτζέλεια
Τζι΄επείεν τζιείνη τζιέφεγγεν , χωρίς στύλλους τζιαι ττέλια
16. Το φως μου τέλεια να χαθεί , χωρίς να πασπατέψω
Μες τούν τον κόσμο να σταθεί, τζιείνης εν να κοντέψω
17. Όπως το κλάμα του πουλιού ,το ταίρι του που χάνει
Τα σωτικά μου έτσι λοούν , που δεν μου συντηχάνει
18. Στην πόρτα της να στέκεται τζιαι να μου πεί , ελά ΄σσω
Τζιείνη φιλίν τζι΄ έγιώ ψυσιήν, να δέχεται άλλάσω
19. Όπως τ΄ αρνί που λαχταρά , την ώρα που το σφάζουν
Έτσι τζι΄εγιώ ΄να λαχταρώ, αλλού άμα σε τάζουν
20. Για να μου που οι βούτσιες σου, ψατζιή πως έχουν πάνω
Άμα δεκτείς φιλώ σου τες . τζι΄ας γύρω να πεχάνω
21. Πάνω στο ξυλοκρέβατο , στον τάφο να με παίρνουν
Τα σιείλη μου τα νεκρικά, εν να σε συναφέρνουν
Από την πλούσια ποιητική συλλογή του λαϊκού ποιητή Δημήτρη Αντώνη Κωνσταντή (Μήτσιου ) Ο Δημήτρης Αντώνη Κωνσταντή (Μήτσιος ) γεννήθηκε στην Αναφωτία Λάρνακας το 1/121923 ασκούσε το επάγγελμα του λαϊκού τεχνίτη και έγραφε λαϊκή ποίηση . Λάμβανε τακτικά μέρος σε διαγωνισμούς και πολλά ποιήματα του έχουν βραβευτεί. Ως φόρο τιμής και μνήμης φιλοξενώ στο blog μου βραβευμένα δίστιχα του
George karageorgis 23/3/2011
πολλά ωραίος ο μάστρος, εκδόθηκε καμιά συλλογή με την ποίηση του;
ReplyDeleteΣΥΝΤΟΜΑ ΘΑ ΤΑ ΜΑΖΕΨΩ ΟΛΑ ΤΑ ΠΟΙΗΜΑΤΑ ΤΟΥ ΚΑΙ ΒΛΕΠΩΜΕΝ
ReplyDeleteοι θυμησες μου τοσες πολλες!υπεροχα ολα του τα ποιηματα!σε ευχαριστω παρα πολυ!θα χαρω πολυ να δω και την συνεχεια!μπραβο στον μ Μητσιο,μα και σενα που προσπαθεις τοσον!καληνυχτα !
ReplyDelete