ΚΑΛΩΣ ΗΛΘΑΤΕ

ΚΑΛΩΣ ΗΛΘΑΤΕ

WELCOME AND EΝJOY

30 September 2008

Η δική μου μάνα

Ελισάβετ Δημήτρη Λεβέντη Παρτελεμέ , όνομα της εδώσαν
Με τον βοσκό Γιαννή Σταυρή Καράγιωρκη , την εστεφανώσαν
Άσπρα γινήκαν τα μαλλιά , γιαλλούρικα τα μάδκια
έχουν αγάπη τζιαι στοργή , αξίζουσιν παλάδκια
Τα μάγουλα της στρογγυλά , με ελαφρές γυαλάες
μοιάζει σαν νάναι ξενιτζιά , ράτσα που τους παπάες
Πεντάρφανη εν έμελλε , γονιούς για να γνωρίσεις
οι δκειάες την ανάγιωσαν , με ‘να σωρό στερήσεις
Εν πλάσμα συμπαθητικό, στα μαύρα εν ντυμένο
ακόμα τζιαι το πάχος της , είναι σεσταρισμένο
Εννιά τζιλιές φορτώθηκε , εννιά παιδκιά να δώσει
σσίλια βάσανα πέρασε , ώστι να τ’ αναγιώσει
Άμαν εχέλασιν γιατρό , τα βρήσκε λίο σκούρα
έδωκε πάτσο της Λακκόυς , πούλησε την γαούρα
Ένα μωρό εις τη τζιλιά , το άλλο μεσ’ την κούνια
να μαηρέψη στην νυσκιά ΄, να πλύνει μες την βούρνα
Σιέρωμα με κάρβουνα , να πήξει τζιαι χαλούμια
με ούλλη την τέχνη της , τζιαι τα κάμνε λοκκούμια
Χωρίς κάζι ρεύμα τζιαι νερό , να φέρνει που την βρύση
να τα ζυμώσει τα ψουμιά .,να μπούν να τα φουρνίσει
Πε μου πόσες τωρασινές , πρέπει να τες πιντώσεις
να αντέξουν όσα τράβησε , παιδκιά να τα νεώσει
Είσσιεν μια δύσκολη ζωή , γυρίζεται ταινία

τζιαι όσκαρ πιάνει εύκολα , δραματική ΄στορία
Το σσιέρι της θαυματουργό , που πάνω σου αν σιυψει
παλιά εφέρνα της μωρά ,με λάιν να τα τρίψει
Τα λόγια της είναι σοφά , μαν μουρμουρά τζιαι νάκκον
τζιαν σημασία εν δειάς , φακκάς μέσα στον λάκκον
Τα έξοα προσέχει τα , που ‘κονομία ξέρει
πού εν που πρέπει να φανεί , πού να σφικτό το σσιέρι
Βαφτίσια γάμους τζιαι χαρές , έδωκες το παρόν της
σε ούλλους κυρία φάνηκε , είσσεν το φάκελο της
Αυστραλία τζιαι Βιετνάμ , Αγγλία Σιβηρία
συμπεθέρους μιαν κοπή , τζιαι στην Αναφωτία
Πολλά ταξίδκια έκαμε , να κάμει άλλα τόσα
εν τζιαι πως το εδκιάλεξε , μας όψεται η φτώσσια
Πολλές αρρώστιες πέρασαν , μέσα που το κορμί της
τόσες τζιενκές τες άντεξε , εν δυνατή ψυσσιή της
Έππεσεν τζαι εχτύπησε , στον νώμον τζιαι το σσέρι
στα ‘ντερα στο στομάσσι της , συχνά μπου υποφέρει
Τα πόδκια της εζάωσαν , τζαι γίνασιν κατσούνια
να περπατήσει εν μπορεί , με δείχα τα μπαστούνια
Να σσιεν τ’ αθάνατο νερό , στην έρημο χωσμένο
περπατητός να πήγαινα , να βρίσκω να της φέρνω
Μα εν παραπονούμενη , νύμφες παιδκιά τζια’ γκόνια
εγίνει όπως το μωρό , σαν την βαρούν τα χρόνια
Λαλώ της λόγια κάμποσα , νά΄σσιει να σχολιάζει
σαν φύω στα τηλέφωνα , να΄ σιει να κουβεντιάζει
Ίδια σ’ούλλους τα λαλεί , σαν χαλασμένο δίσκο
σσίλιες φορές αν μου τα πει , ευχάριστην την βρίσκω
Προτού το χάραμα του φού , αρκεύκει τες δουλειές της
γλίορα πέρκι ποσπαστεί , μεν χάσει τες σειρές της
Τα τηλέφωνα της κτυπούν , μιλά τους με τες ώρες
πιάνει τους ούλλους που γυρόν , μα ποιο πολλά τες κόρες
Κάχε λεπτό κάχε στιγμή , η έννοια η πολλή της
τα κοπελλούδκια ναν καλά , περίτου τ’Αντωνή της
Αν σήμερα μαειρέψαν , αν έχουσιν να φάσιν
που νάνε άραες τωρά , εν λέει να ‘συχάσει
Τώρα όμως π’ γέρασες , ζήσε τζαι καλοπέρνα
να σσιεις πο ουλλα τα αγαθα . τζ ουλλου κόσμου τζέρνα
Να μεν σου λείπει τίποτε , ούτε να σσει στερήσεις
όποιος την πόρτα σου χτυπά , να ‘σσσει να τον ταΐσει
Βάστα γερά τζι’ άντεχε , πάντα να έσσεις θάρρος
μαντάλως΄εσσω στην ψυσιήν, έξω να μείνει χάρος
Μας έδωσε φώς τζιαι ζωή , το πρώτο μας το γάλα
Είναι απλή τζιαι ταπεινή , εν η δίκη μου μάνα

Ο θουκής (Επ ευκαιρία της γιορτής της μάνας και τα γενέθλια της 8/03/2008)

Κόψε τον γιε μου κόψε τον

Κόφ’ τον Αντώνη κόψε τον, προτού τζίνος σε κόψει
Ζζείς δείχα του καλλίτερα, τούτον να’ σσιης υπόψη
όποτε χέλεις κοφκεις τον,εσού το παλλικάρι
λαλείς το μα κατάλαβε,πως σ’έσσει κουμαντάρει
Σήμερα τζαί κανεί λαλείς, άλλον εν θα καπνίσεις
Που τ’αύριο τζιαι ύστερα, πως εν να παραιτήσεις
Εν κάμνεις διχά του λεπτόν, ελέγχει το μυαλό σου
Να μεν ρουφήσεις εν μπορείς, ζοφώνει σου το φως σου
Τζι’ αυταίνεις τζι’ εν ισταματάς ,γινάτι σαν τον γάρο
συνέχεια πάφφα πούφα, καπνίζεις σάν φουγάρο
Ρουφάς σφικτά νομίζοντας ,καπνό μόνο μπου πίνεις
Δκια καρκίνο στους πνεύμονες, κατράν της νικοτινής
Κάπνισε μεν σταματάς , με πάθος τον τσιάρο
Ώσπου στην πόρτα της ψυσσιής, να δεις εσου τον χάρο
Τζιαί πεί σου με βραχνή φωνή ,¨Αντώνη θα σε πάρω¨
Τζι’ έτσι Γεναίκα τζαί παιδκιά, πεντάρφανα αν ‘φήσει
Μ’ αν έχουν φαίν για νερό, ποιός εν να τους ρωτήσει
Φέρε τον νου σου τζ’ έπαρτον, να δείς τι σου συμφέρει
Πέταξε τον πριν ναν’ αργά, τίποτε εν προσφέρει
Κάμνει σαπίλα το βλατζίν , τρύπα τζιαί το πούτζιν σου
Κιτρίνιζει τα δόντια σου , βρομά τζ’αναπνοή σου
Εν εν της μόδας σήμερα , δείχνεις παλιομοδίτης
Ούλλοι γύρο σου βλέπου σε, σαν να σ’ ένας κοπρίτης
Τωρά απαγορεύτηκε , όπου τζιαι να δικλήσεις
σσύλλος θα στέκεις στη σιονιά , νάκκον για να ρουφήσεις
Εν δύσκολο αλλά μπορείς, φτάνει να το θελήσεις
Το κάπνισμα ν’απαλλαχτείς, υγιεινά να ζήσεις

Θουκής 30/9/08

Οι δικές μου αδελφές

Γεννηθήκαν στην φτώσια
Μεγάλωσαν με γρόσια
Φορούσαν φούστες μίνι
Στο πλύμα ‘χαν κοντίνει
Με θηλυκά καπρίτσα
Δεν φοούντα την βίτσα
Όλες χαριτωμένες
Τέσσερεις ταραμένες
Στα 9 η μικρή εξενιτεύτην
14 η μιάλη ερωτεύτην
Στου κουτσοσιέρα μιά πήραν
Για να πιάνει καμιά λίρα
Στον Αρμένη μια να πουλεί
Βάζει στην τσάντα της πανί
Στης Δέσποινας μια να δουλέψει
άντρας της γράφει να την κλέψει
τζι’ Βασιλού ταν αιτία
Πάνε οι δκυό στην Αγγλία
Δούλες της να γινούσιν
Άντρα να παντρευτούσιν
Μωρά δουλειά στερήσεις
Πονούν αν τα θυμίσεις
Μια πολύτεχνη τζιαι μια νυμφικά
Μια δασκάλα τζι άλλη φυσιατικά
Όμως τα καταφέραν
έφκαλαν τα σε πέραν
Να γίνουσιν μαμάες
Τζιαι τρεις χαζογιαγιάες
Το ποιο καλό κατσικορονούι
Εν τω δικό της το αγκονούι
μια τωρά έσιει σιηρέψει
Την τζιοζεφίνα έσιει φιλέψει
Γιρεύκει την η άλλη
Στο ποτό πίεν πάλι
Αν ιτσακωθούσιν
Μερώνουν άμα βρεθούσιν
Η ένοια τους η μάνα
Στερηθήκαν στα νιάτα
Η μιάλη της θυμώνει
Τα νεύρα εκτονώνει
Θεέ μου δώστες ευτυχία
Ζήσασιν στην δυστυχία
Νακκουρίν κουτσομπολιό
Κάμνει τους πολλα καλό
Οι δικές μου αδελφές
του κόσμου οι ομορφιές
Θουκής 29/8/08

ΤΑ ΧΑΛΙΑ ΜΑΣ

Αλλάξαμε χαλάσαμε γιατί;
Το χρήμα μας κρατάει το σχοινί
Θέατρο παίζουμε εμείς
πάνω στην ίδια σκηνή;
Χάσαν τον έλεγχο γονιοί
σ’ άσφαλτο όνειρα ζωή
Σε αρχοντοχωριατισμό
δείχνουμε τον πολιτισμό
Με όλο μάρκες και χλιδή
σε ευμάρειαν προσωρινή
Είναι τ’ άππομα του γονιού
σε κούρσα ανταγωνισμού
Σημασία σε υλικά
αστείο τα πνευματικά
Φαντασία τα μυαλά πήρες
νεώνουμε παλιό χαρακτήρες
Αγοράζουμε ησυχία
χάσαμε την επικοινωνία
Αγάπη ευγένεια σεβασμός
δεν γράφει το φτωχό λεξικό
Ότι σκεφτούν εν να γενεί
τζι’οΐ φοάσαι πιόν να πείς
Φταίνε άλλοι δίχα αφορμή
μίσος ζήλεια χωρίς ντροπή
Γαυγαδίζουν μα δεν μιλούν
να αρθρώσουν λόγον δεν μπορούν
Ξυτημάζουν σε απειλούν
να μας δέρνου αν ιμπορούν
Δουλεια , μελέτη ; ττεμπελιόν
στο σσιερι ούλλη μέρα κινητόν
Πάντα να ξέρεις στην ζωή
είναι καθρέφτης το παιδί
την φάτσα σου να δείς .
Στραβά το αναγιώνεις
τα λάθη σου πληρώνεις
τζιαι θα σε πληγώνει



Θουκής 7/8/08

Το ψέμα

Είπε το ψέμα να φουντώσει
Την αλήθεια να εξοντώσει
Φύγε του λέει κάμε πέρα
Έφτασε η δική μου μέρα
Εγώ τον κόσμο να πλανέψω
Με πολλά ψέματα να θρέψω
Όλοι ναν’ ευχαριστημένοι
Σίγουρα παραπλανημένοι
Το ψέμα γρήγορα πιστέψαν
και την ζωή τους καταστρέψαν
Μα ήρθε πίσω η αλήθεια
Όλα ήτανε παραμύθια
ζωή γεμάτη όλο ψέμα
με ένοχο σκυφτό το βλέμμα
μόνο εσύ θα ξεχωρίσεις
μεσ’την αλήθεια αν θα ζήσεις


Το ψέμα 26/09/2008
Αν θέλεις να σε σέβονται , μες την ζωή οι άλλοι
σκόρπα σε ούλλους σου γυρό , χαμόγελο αγάπη
πίκρα να έσσιεις για εχθρό , το ψέμα την απάτη.

Νομίζεις ψέμα αν θα πεις , πως ότι ξιμπερτεύκεις
μόνο ένα εν σίουρο , σένα κοροιδεύκεις
αναστατώνεις την ζωή , πολύ την δυσκολεύκεις .

Ψέμα με ψέμα θα κρυφτεί , τζιαί αν το συνηθίσεις
συνέχεια θα σκέφτεσαι ,τι άλλο θα σκαρφίσεις
άλλους εσύ να ξεγελάς , να τους παραπλανήσεις

Η αλήθεια είναι το φως , λάμπει στο πρόσωπο σου
το ψέμα εν πολλά κουτσό , τζι’εν για καλό σου
νοιώθεις τύψεις τζιαι ενοχή , ζοφώνει το μυαλό σου.

Στάχου ψηλά στο ύψος σου , αλήθκεια μεν φοάσαι
γιατί αν είσαι ειλικρινής , ο κόσμος εκτιμάσαι
όπου τζι’ αν πάς τζαι όπου σταχείς , τούτο να αθθυμάσαι.

Λαλείς το ψέμα τζι ‘η ντροπή , το βλέμμα χαμηλώνει
όπως ο κάττος τα σκατά , του σκάβει τζιαι τα χώνει
όμως πάντα η μυρωδκιά , ύστερα τον προδώνει.

Κανένα να μεν πληγώνεις , στην πορεία θα πληρώνεις
το όνομα σαν τα μάτια σου , ποτέ μην το σπιλώνεις
να το έσσιεις πεντακάθαρο , τζται όι να το τατσώνεις.

Να είσαι εσύ ένας κύριος , με υπόληψη μεγάλη
συνέχεια δυναμικός , να σε θαυμάζουν άλλοι
στην μπόρα τζιαι στα δύσκολα , να μην σε πιάνει ζάλη

Να έσσιεις τον πήχυ σου ψηλά , αρχές στόχους για πάντα
να είναι η ζωή σου προσφορά , ήρωα του σαράντα

αλήθκεια πάντα να μιλάς, τα ψέματα στην πάντα .

Το ποίημα αυτό το αφιερώνω σε όσους αγαπώ

Θουκής