ΚΑΛΩΣ ΗΛΘΑΤΕ

ΚΑΛΩΣ ΗΛΘΑΤΕ

WELCOME AND EΝJOY

7 November 2013

Μήτσιος ο πολυβραβευμένος ποιητής

Ένας ακόμα υπηρέτης της Κυπριακής μας λαϊκής ποίησης, ήταν και ο Δημήτρης Αντωνίου,πιο γνωστός στους γνωστούς και φίλους ιδιαίτερα στον Κύκλο των ποιητών,ως ο Μήτσιος. Γεννήθηκε στην Αναφωτία της επαρχίας Λάρνακας την 1/12/1923 και απεβίωσε την 17/10/2003. Ο Μήτσιος απέκτησε έξι παιδιά από τρεις γάμους.
 Ο Μήτσιος ίσως είναι ο μόνος Κύπριος Λαϊκός Ποιητής, που το επάγγελμά του ήταν ποιητής. Από αυτό ζούσε πουλώντας τα ποιήματα του καθώς και πιδκιάβλια και αλετράκια που έφτιαχνε ο ίδιος. Θεωρείται πολύ δυνατός ποιητής, αφού από το 1953 μέχρι το 1987 στους διαγωνισμούς του Κατακλυσμού στη Λάρνακα έπαιρνε το πρώτο βραβείο. Πάρα πολύ υλικό από τα γραφώμενα  του χάθηκαν, εμείς όμως θα παρουσιάσουμε δείγματα της ποίησής του,
 από αυτά που διασώθηκαν.
 ΗΡΤΕΝ Ο ΧΑΡΟΣ ΕΣΣΩ ΜΟΥ
 Ήρτεν ο Χάρος έσσω μου, τζι’ έφερεν το χαπάρι,
εζήτησεν μου την ψυσιήν, μαζίν του να την πάρει
Δως μου δκυο μέρες άδειαν, να πάω να γυρίσω,
να ξαναδώ τους φίλους μου να τους ποσιαιρετήσω.
Τζιαι να το πω τους συγγενείς, ούλλοι τους να το ξέρουν,
άμαν πεθάνω τζι’ύστερα, τα μίζαρα να φέρουν.
Έκλαψεν τζι’αναστέναξεν, εία τον ελυπήθη,
τζι’ έναν σημάϊν μό’ βαλεν, να φαίνεται στα στήθη.
Έσιηψεν τζι’είπεν μου κρυφά, δκυο λόγια μες το φτιν μου,
τζιαι σαν εσυντυχάνναμεν, εχάθην που καρτζιίν μου.
Στες τρεις ημέρες την αυκήν, πιάννω τσάππαν τζιαι φτιάριν,
τζιαι έφκαλα το μνήμαν μου, νύχταν με το φεγγάριν.
Εστράφηκα στο σπίτιν μου, τζι’έππεσα ποσταμένος,
τζι’άκουσα έναν βουννισμόν, ήρτεν κοντά μου ξένος,
ήταν ο Χάρος δίπλα μου, κατάμαυρος ντυμένος.
Λαλώ του καλώς όρισες, ούλλον για σέν ελάλουν,
εν τζιαι το μνήμαν έτοιμον, μέσα πον να με βάλουν
Εν τζιαι τα μίζαρα δαμαί πον να με νεκροντύσουν,
είπα το τζιαι τους χωρκανούς, τζι’ ούλλοι εν να ξαρκίσουν,
τζιαι μες τες στράτες του χωρκού, να με ξαναγυρίσουν.
Τωρά εν νάρτει τζι’ ο παπάς, μαζίν του τζι’ένας ψάλτης,
τζιαι την καμπάναν του χωρκού, θα παίξ΄, ο καντηλάφτης.
Εκράταν το μασιαίριν του, έξω που το θηκάριν,
λαλεί μου μείνε ήσυχος, τζιαι δκιω σου τζι’άλλην χάρην.
Λαλώ του φκαριστούμεν σου, για τουν την καλοσύνη,
μα πε μου ποιος εμπόρεσεν, πας τουν την γην να μείνει;
Εία τον Χάρον δκυο φορές, τζιαι σύντυσιεν μαζί μου,
όμως εν να τον καρτερώ, γρωστώ του την ψυσιή μου
Τζι’αμαί πον να με θάψουσιν, έθθελω μοιρολόγια,
στο μνήμαν μου να γράψουσιν, μόνον τούτα τα λόγια.
Που χώμαν εγινήκαμεν, στο χώμαν παρπατούμεν,
τζιαι πάλε χώμαν μες την γην, εν να ξαναγινούμεν.

ΕΡΩΤΙΚΑ ΔΙΣΤΙΧΑ
Όπως την Αίτναν που τζιυλά, η λάβα σαν καμίνιν,
έτσι το γαίμαν μου χογλά, άμα βρεθώ με τζιείνην.

 Όσον γρουσάφιν έσιει γη, δκιαμάντια τζιαι ασήμιν,
νάρτουν να μου το φέρουσιν, εν τη αρνιούμαι τζιείνην.

Στην πόρταν της να στέκεται, τζιαι να μου πει ελάσσω,
 τζιείνη φιλίν τζιαι γιω ψυσιήν, να δέχεται αλλάσσω.

 Ευχαριστούμε τον Γεώργιο Καραγιώργη, συγχωριανό του ποιητή που μας πληροφόρησε και μας προμήθευσε ποιήματα του ποιητή. Χαμπής Αχνιώτης

Διαβάστε περισσότερα στο OpsiNews: Μήτσιος ο πολυβραβευμένος ποιητής http://www.opsinews.com/?p=10097