
Σαν να΄τουν ένα
έγκλημα, μεγάλη αμαρτία
Να΄ρωτευτείς εις
το χωρκόν
Βκάλλα σε στο
καμπαναρκόν
Στήννασε σε
πλατεία
Δκυό νεοι
ετολμήσασιν, τζιαι εν εφοηθήκαν
Αλλάσσασιν γλυτζιές
μμαδκιές
Τζι΄ανάφκα μεσα
τους φωδκιές
Κρυφά αγαπηθήκαν
Η κοπελιά ήταν
μιτσιά, δεκατεσσάρων κάτι
Όμορφη π ΄άρκοντογενιάν
Με όνομα στην
γειτονιάν
Χαρούμενη κεφάτη
Ο νέος αν τζι΄
ήταν φτωχός, είσσιεν δικές του χάρες
Τα μάδκια του΄ τουν
γαλανά
Τα όνειρα του
ζωντανά
Εν έκαμνε
πελλάρες
Όπου εδείκλαν η
κορού, μπροστά της τον θωρούσεν
Με την παρέα που
μακρά
Μετάδιδεν της την
χαρά
Τζι΄ ουλλό της
τραγουδούσεν
Κανένας εν τον
έθελεν, στην ράτσα για γαμπρό τους
Ποιός ιμπορεί ν΄ ανεχτεί
Η κόρη τους να
παντρευτεί
Με ένα μισταρκό
τους
Άμαν τζιαι
διαδόθηκεν, το λακκιρτίν ραγδαία
Αρκέψαν το
κουτσομπολιό
Ήτουν να γίνει
ματζιελιό
Τζι΄αρρώστησε η
νέα
Πολλοί καυκάες
γίνηκαν, κάποιος την είπε λέσσιειν
Τζ΄έπαθε
ψυχολογική
Αρρώστια
ανορεκτική
Τζιαι γιατρειά εν
έσσιει
Ο νέος
αποσύρθηκεν, στην πόλη να΄συχάσει
Γιατι είσσιεν
μεσα του πληγή
Τζιαι σκέφτηκε να
απαλλαγεί
Πέρκιμο την
ξεχάσει
Εκάμαν της
ευχέλαιο, γιατί ΄ταν να πεθάνει
Εγίνει τρίαντα
κιλά
΄Εν εμπορούσε να
μιλά
Τζ΄ ούτε΄θελε να
γιάνει
Τα μάλια τους
ξεπούλησαν, τζιαι πέψαν την Αθήναν
Εβάλα τα με τους
οχτρούς
Τζιαι στους
καλλύτερους γιατρούς
Πολλούς ππαράες δίναν
Εκλείσαν την στην
κάμαρη, ράγος πας το κρεβάτι
Τζ΄ έκλαιαν
ούλλοι στον γυρόν
Παρακαλούσαν τον
θεόν
Να γιάνει την
σιονάτη
Στη σκάλα εν
αρκήσασιν, να πάσιν τα μαντάτα
Χωρίς να χάσει
΄να λεπτόν
Έτρεξε όπως τον
πελλόν
Τζι΄ έκλαιε μες
στην στράτα
Έξω που το
ξεπόρτι της, έφτασε μεσομέρι
Τζι΄ αντάκωσε της
τραουδκιά
Τζιαι απορούσαν
τα παιδκιά
Ποιός θα τον
συνεφέρει
Φωνή του η λυπητερή,
έφτασεν εις τα ΄φτια της
Αφήστε με να
σηκωστώ
Να πάω λίο να τον
δω
Ζήτησε που την
θκιά της
Ούλλοι
σταυροκοπήθηκαν, στην πόρτα πώς θα πάει;
Σαν ήτανε του
θανατά
Σηκώστηκε τζιαι
περπατά
Τζιαι ζήτησε να
φάει
Τότες΄ γονιοί
κατάλαβα, γιατί παλιοί λαλούσιν
Ο έρωτας ο
μαχητής
Στο τέλος βκαίνει
νικητής
Οι δκυό μαζί
νικούσιν
Την τζυρκατζή
λογιάσαν τους, βάλα τα ούλλοι κάτω
Κάποιοι χαρήκασιν
πολλά
Άλλοι το είδασιν
θολά
Πο ΄μάθαν το
μαντάτο
Έτσι ζευκάρι
ταιρκαστό, στα χρονικά εν είαν
Ήτανε κρίνο στην
αυγή
Που ήβρεν ήλιο
εις τη γή
Τζιαι λάμπαν με
μαγεία
Η ποιό αξέχαστη
στιγμή, με σύγκριση καμία
Δώκαν το πρώτο
τους φιλί
Αμερικανική σχολή
΄μπρος στην
ακαδημία
Όμως μετά που
πόλεμο, νεά ζωή αρχίζει
Πρέπει να
φτιάξουν σπιτικό
Να φύουν απ΄ το
πατρικό
Τζ΄ Ιθάκη
συνεχίζει
Μετά που όσα
πέρασαν, είχαν ριάλια λλία
Τζι΄η κριτική
τους αδικεί
Πιέζαν τους τζιαι
οι δικοί
Τζιαι πήαν
Αυστραλία
Μέναν με άλλους
συγγενείς, στα μακρυνά τα μέρη
Δεν είχανε τα
επαρκή
Τι ετραβήσαν στην
αρκή
Μόνο Χριστός το
ξέρει
Τα βάσανα ήταν
πολλά, πολλές τζι΄οι αγγαρείες
Με ένα μωρό εις
την τζοιλιάν
Τζιαι μέρα νύκτα
στην δουλειάν
Φτώσσια τζι΄
απενταρίες
Ποτές της έν
εδούλεψε, στου τζύρη της το μάλι
Τα σιέρκα της
τωρά θωρεί
Ήταν γραφτό της
απορεί
Να φτάσει σ΄έτσι
χάλι
Μα όμως τα
ξεπέρασαν, τα δύσκολα τα χρόνια
Με πείσμα τζιαι
υπομονήν
Τζ΄αγάπη στην
διαδρομήν
Κάμαν παιδκιά
τζι΄ εγγόνια
Τούτη εν νέα
έκδοση, Ρώμαιου τζι΄Ιουλιέττα
Στον έρωταν
αναφορά
Χωρίς καμιά
διαφορά
Έτσι απλά τζιαι
σκέττα
Θουκής Πέμπτη, 9
Σεπτεμβρίου 2010